19 Μαρ 2014

Η Δύναμη της Αγάπης

Του Αρχιμ. Ευσεβίου Κόκορη
(Μια αληθινή ιστορία)

Επιμέλεια: Πρωτ. Γεωργίου Ατσαλάκη

            Ο Μιχάλης Βαλσάμης  και η Σταυρούλα Κόκορη (αδελφή  του π. Ευσεβίου)   μετά από δυο χρόνια μνηστείας, ήρθε η τελευταία βδομάδα που ετοιμάζονταν να στεφανωθούν. Ήταν ένας καλοκαιρινός Σεπτέμβρης  και πήγαν να κάμουν ένα θαλάσσιο μπάνιο. Σε κάποια στιγμή, κάνοντας μια βουτιά στη θάλασσα ο Μιχάλης, από ένα ψηλό βράχο, σπάει τη σπονδυλική του στήλη  και μένει παράλυτος στα άκρα παντελώς, μη μπορώντας να σταθεί ούτε όρθιος. Φανταστείτε το δράμα του Μιχάλη και τον ασήκωτο πόνο της Σταυρούλας.
            Εδώ είναι η φωτιά και το καμίνι που θα δοκιμαστεί η γνησιότητα της Αγάπης, όσον αφορά τη Σταυρούλα. Και η γενναία ηρωίδα και μεγαλόψυχη αυτή γυναίκα, φόρεσε αντί για νυφικό, «λευκό σάβανο» και τον παντρεύτηκε. Δεν φίλησε απλώς τον Σταυρό, αλλά τον σήκωσε και τον σηκώνει και θα τον σηκώνει μέχρι την τελευταία της αναπνοή.
           Ήτανε τρία χρόνια που αγαπιόμαστε
           κι ήρθε η στερνή βδομάδα, θα παντρευόμαστε
           Χρυσά τα όνειρα μου, λευκοί λεμονανθοί
           λευκή και η ψυχή μου κι αγάπης ροδαυγή

            Τα όμορφα όνειρα μου, γενήκανε καπνός
            μια πυρκαγιά μεγάλη με καίει σαν κεραυνός
            Μόνο ένα σας λέω, φρικτό και τρομερό
            βαθειά μ’ έχει πληγώσει, το αρμυρό νερό.

            Πώς βρήκα το κουράγιο πώς επερπάτησα
            πώς φόρεσα στεφάνι και ανθοστόλισα.    
            Πώς ντύθηκα δεν ξέρω λευκά τα νυφικά
            σάβανα τα θεωρούσα κι έσφιγγα την καρδιά.

Μου έλεγε η Σταυρούλα: «Αδελφέ μου μαυροφορέμενε, που φόρεσες κι εσύ τα μαύρα για την αγάπη σου προς τον Χριστό, την ελπίδα μου τη στήριξα μόνο στο Χριστό και στην Παναγία  και τη βοήθεια την έλαβα όταν πήγαινα για το γάμο,  στον ιερό ναό του Αγίου Διονυσίου στον Πειραιά.
            Παναγία μου είπα, είμαι αμαρτωλή για να σου ζητήσω να δώσεις πλήρη την υγεία στο Μιχάλη. Τουλάχιστον Παναγία μου, Μεγαλόχαρη και Γλυκοφιλούσα, να μπορεί να στέκεται όρθιος,  για να τυλίγει το χέρι του στον ώμο μου και να μπορώ να τον τοποθετώ στο αναπηρικό καροτσάκι. Και  η Μεγαλόχαρη Παναγία, μου το έδωσε: Την ώρα του μυστηρίου του γάμου, ο Μιχάλης στάθηκε όρθιος. Δεν μπορεί βέβαια να βαδίσει, μπορώ όμως μόνη μου να τον τοποθετώ στο αναπηρικό καροτσάκι. Αυτό εζήτησα από το Θεό,  με τη βοήθεια της Παναγίας και μου το έδωσε»
Έκτοτε ο Μιχάλης και η Σταυρούλα περνούν τη ζωή τους  φτωχικά μεν, αλλά αξιοπρεπώς, χωρίς να επιβαρύνουν κανένα. Απόκτησαν τρία παιδιά: Τον Σάββα, τον Δημήτρη και τον Νικολάκη και μένουν σε κάποιο φτωχικό σπίτι στο  Μοσχάτο.

               Μέσα στην τρικυμία, μέσ’ στα ναυάγια
               μονάχα μια ελπίδα, κρατούσα άγια
               Παιδιά να ξαναστήσω, για να κωπηλατούν
           όλες τις καταιγίδες να μάθουν να νικούν.

          Κι έφερα τρία αστέρια και τρεις αυγερινούς
          τον Σάββα, τον Δημήτρη, Νικόλαο μ’ ανθούς.
          Αυτές τις τρεις ελπίδες, αυτές τις τρεις χαρές
           μέσα στη σκοτεινιά μου, χρυσές ανατολές.

           Χριστέ μου πονεμένε, Χριστέ μου στοργικέ
           κι εσύ γλυκιά Παρθένα, πως βάσταξες για πες,
           να βλέπεις τον Υιό Σου, τον ήλιο και το φως
           στου Γολγοθά τη φρίκη, να γίνονται σεισμός.

           Τον πόνο μου ξεχνάω, σαν βλέπω το Σταυρό
           και στη ζωή μου θέλω, να σ’ έχω θησαυρό.
           Χριστέ μου Κυρηναίε, σαν είσαι δίπλα μου
            σηκώνεις το σταυρό μου κι όλη την πίκρα μου

                                                                                                                                                                              Τη νύχτα στις 3 με 4 μετά τα μεσάνυχτα , σηκώνεται ο ηρωικός Μιχάλης,  τον βάζει στο καροτσάκι η Σταυρούλα και πηγαίνει στην αγορά του Ρέντη να πουλήσει είδη περιπτέρου,  για να εξοικονομήσει το ψωμί της οικογένειας του. «Σταματώ, σεβαστέ μου πάτερ» -μου λέει ο Μιχάλης- «στον ιερό ναό που είναι στο δρόμο μου προς τον Ρέντη,  κάνω την προσευχή μου στον σταυρωμένο Θεό, που μου δίνει το κουράγιο και εργάζομαι,   για να ζήσω τα παιδιά μου».
Σαράντα χρόνια η αναπνοή του μακαριστού Μιχάλη Βαλσάμη,  ήταν η Σταυρούλα, στην οποία εξέφραζε άπειρη αγάπη και ευγνωμοσύνη.
               Σταυρούλα στάθηκες αετός και πέταξες στα ύψη
               να ζεις μ’ αγγέλους φωτεινούς, πως άντεξες στη θλίψη.
               Πώς άντεξες τον πόνο μου κι όλες τις συμφορές μου
               πώς τρυφερά ασπαζόσουνα, αγιάτρευτες πληγές μου.

               Πόσες φορές σε φώναζα, μέχρι να ξεψυχήσω
               οι Γαλαξίες ξέρουνε, που είναι στις αβύσσους.
               Σταυρούλα κάθε αναπνοή, Σταυρούλα η ματιά μου
               Σταυρούλα κάθε σκίρτημα και χτύπος της καρδιάς μου

               Σταυρούλα μετά το Χριστό, τα χείλη μου θα λένε
               στον Άδη ή στον παράδεισο, πάλι θα ξαναλένε
               Σταυρούλα όνομα γλυκό, στον κόσμο δεν είναι άλλο
               αυτό Χριστέ θ’ αναζητώ και σ’ ένα κόσμο ΑΛΛΟ.                            

                                
  (Από το βιβλίο «Σταγόνες ύδατος» 



ΙΣΤΟΛΟΓΙΑ ΜΕ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ

Ορθόδοξος Συναξαριστής






ΠΩΣ ΘΑ ΜΑΣ ΒΡΕΙΤΕ (Ι. Ν. ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΣΤΡ. ΚΟΡΑΚΑ 2)

ΧΑΡΤΗΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΩΝ ΑΠ' ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

ΔΕΙΤΕ ΤΗΝ ΩΡΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΓΩΝΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ

ΠΡΟΓΝΩΣΗ ΚΑΙΡΟΥ

Επιστροφή στην Αρχική Σελίδα